Η παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας και της αρχής της αναλογικότητας μέσω του αθλητικού νόμου

Στην παρ. 6 του άρθρου 41ΣΤ του Ν. 2725/1999 (Ερασιτεχνικός Επαγγελματικός Αθλητισμός) με τίτλο «αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή αθλητικό υπόβαθρο», πριν αυτή τροποποιηθεί με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 6 του  Ν. 4908/2022, οριζόταν ότι: «Στις περιπτώσεις των αξιόποινων πράξεων του παρόντος άρθρου, απαγορεύεται η οποιαδήποτε μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, καθώς και η αναστολή εκτέλεσης αυτής σύμφωνα με τα άρθρα 99 επ. Π.Κ. Κατ` εξαίρεση το δικαστήριο με την απόφασή του δύναται να διατάξει την αναστολή της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής, αν κρίνει, με βάση ειδικά στοιχεία τα οποία μνημονεύονται στην αιτιολογία της απόφασης, ότι η εκτέλεσή της δεν είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον δράστη από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων στο μέλλον, συνεκτιμώντας τα στοιχεία της προσωπικότητάς του και την όλως περιστασιακή δράση του». Επιπροσθέτως, στο ίδιο άρθρο, παρ. 8 περ. β’ εδ. α’ ορίζεται ότι: «Η προθεσμία για την άσκηση έφεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης και η άσκηση εφέσεως δεν αναστέλλουν την εκτέλεσή τους». Η γενόμενη όμως τροποποίηση με το άρθρο 4 παρ. 6 του Ν. 4908/2022, με την οποία καταργήθηκε το εδ. β’ της παρ. 6 περί της κατ` εξαίρεση δυνατότητας του δικαστηρίου να διατάξει την αναστολή της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής, προφανώς και βάλλει ευθέως κατά του τεκμηρίου αθωότητας, αφού η ποινή που έχει επιβληθεί είναι άμεσα εκτιτέα. Η αρχή του τεκμηρίου αθωότητας, που θεμελιώνεται αφενός στο άρθρο 71 ΚΠΔ, αφετέρου στο άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στο άρθρο 14 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, περιβαλλόμενη ούτω με συνταγματική περιωπή, ένεκα του άρθρου 28 παρ. 1 εδ. α’  του Συντάγματος, αφού αμφότερες οι ως άνω διεθνείς συμβάσεις έχουν κυρωθεί με νόμο από την Ελλάδα, υφίσταται με τις διατάξεις του αθλητικού νόμου βαρύτατο πλήγμα, αφού για τη διάπραξη οποιουδήποτε πλημμελήματος στο πλαίσιο του αυτού νόμου, ο καταδικασθείς οδηγείται στη φυλακή, μολονότι η ενοχή του δεν έχει αποδειχθεί αμετακλήτως. Σαφέστατα, η προσπάθεια του νομοθέτη να προλάβει την τέλεση αξιόποινων πράξεων, που σχετίζονται με τον αθλητισμό ή πέριξ και εξ αφορμής αυτού, με αυστηροποίηση του κυρωτικού πλαισίου, αποτρέποντας με αυτόν τον τρόπο εν δυνάμει δράστες, αν και εν μέρει μπορεί να επιδοκιμαστεί, εντούτοις, η απαγόρευση αναστολής της οποιαδήποτε επιβληθείσας ποινής σε βαθμό πλημμελήματος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ρητά απαγορεύεται το ένδικο μέσο της εφέσεως να έχει ανασταλτική δύναμη, όπερ συνεπάγεται άμεση έκτιση της ποινής από τον καταδικασθέντα, ουδόλως δύναται να παραβλεφθεί, αφού έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το ίδιο το Σύνταγμα, κατά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, αλλά και του τεκμηρίου αθωότητας, το οποίο απολαμβάνει μέσω του Συντάγματος υπερνομοθετική ισχύ.Συναφώς, ενδιαφέρον θα παρουσιάζει εφεξής η κρίση των Τριμελών Πλημμελειοδικείων, όταν θα δικάζουν τα πλημμελήματα του ως άνω νόμου, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι θα πρέπει να εφαρμόζουν τις διατάξεις ενός νόμου, που προσβάλλει το τεκμήριο αθωότητας στον πυρήνα του και που επί της ουσίας μπορεί υπό προϋποθέσεις να κηρυχθεί αντισυνταγματικός. Σε πρόσφατη απόφασή του, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λαμίας, που ασχολήθηκε με την περίπτωση των έξι φιλάθλων της ΑΕΚ, οι οποίοι παρακολουθούσαν την αναμέτρηση της ομάδας τους με τη Λαμία από παρακείμενη ταράτσα πολυκατοικίας, πλησίον του γηπέδου, κατά την επίτευξη τέρματος από την ΑΕΚ, άναψαν καπνογόνα, οπότε κινητοποιήθηκε άμεσα η Αστυνομία με συνέπεια να γίνουν αρκετές προσαγωγές κι εν συνεχεία να συλληφθούν έξι άτομα στο πλαίσιο του αυτοφώρου με την κατηγορία της κατοχής και χρησιμοποίησης καπνογόνων, που επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή και η οποία (διάταξη) εισάγει επιπροσθέτως ρήτρα απόλυτης επικουρικότητας σε περίπτωση συρροής και δη φαινομένης κατ’ ιδέαν. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο μπροστά στην αντικανονικότητα αυτή, αντιλαμβανόμενο πλήρως τη δυσαναλογία μεταξύ κατηγορίας της αξιόποινης πράξης (πλημμέλημα)  και της επαπειλούμενης ποινής με τις ανάλογες συνέπειες (απαγόρευση αναστολής της ποινής και μη χορήγηση ανασταλτικού αποτελέσματος στο ένδικο μέσο της έφεσης) και σεβόμενο πλήρως την αρχή της αναλογικότητας, αθώωσε τους κατηγορούμενους, δεχόμενο πραγματική πλάνη, υπό την έννοια ότι οι κατηγορούμενοι δεν γνώριζαν πως απαγορεύεται να ανάψουν καπνογόνα. Ωστόσο, ο ισχυρισμός πραγματικής πλάνης θα γίνεται δεκτός μέχρι ενός ορισμένου σημείου, διότι η εφαρμογή του νόμου είναι ακόμα κατά πολύ περιορισμένη. Όταν θα εκλείψει η δυνατότητα προβολής αυτού του ισχυρισμού, τα Δικαστήρια με γνώμονα πάντα την αρχή του τεκμηρίου αθωότητας και την αρχή της αναλογικότητας θα πρέπει να πραγματεύονται ή να εφευρίσκουν – όπου αυτό θα είναι εφικτό –   άλλους λόγους δια τους οποίους δεν θα στέλνουν τους κατηγορούμενους τέλεσης τέτοιων πλημμελημάτων στη φυλακή. Άλλωστε, αυτό επιτάσσει εκ των πραγμάτων η αρχή της αναλογικότητας, διότι προφανώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια αξιολογική αντινομία, αφού για βαριά κακουργήματα στα οποία προβλέπονται ποινές κάθειρξης, η έφεση συνήθως έχει αναστέλλουσα δύναμη, με αποτέλεσμα ο πρωτοδίκως καταδικασθείς να απολαμβάνει μέχρι την έκδοση απόφασης επί του Εφετείου την ελευθερία του, συνεπώς εξακολουθεί να τεκμαίρεται αθώος, εν αντιθέσει με τα προβλεπόμενα στον αθλητικό νόμο πλημμελήματα, στα οποία επί παραδείγματι η κατοχή και χρήση κροτίδας εκ μέρους του κατηγορουμένου, να απολήγει, ελέω καταδίκης, σε απευθείας έκτιση της ποινής!

 

 

Κλείστε σήμερα
ένα ραντεβού μαζί μας!

Επικοινωνία

Υπηρεσίες

Αστικό Δίκαιο

Διοικητικό Δίκαιο

Ποινικό Δίκαιο

Υπηρεσίες Διαμεσολάβησης

Μετάφραση Εγγράφων

© 2024 Παναγιώτης Λ. Κυριάκου
Κατασκευή & Φιλοξενία Ιστοσελίδας 19CLOUDS